Ο μαστός είναι ένα όργανο σύνθετο στη διαγνωστική του προσέγγιση.
Η πλειοψηφία των γυναικών θα παρουσιάσουν κάποιο εύρημα ή κάποιο πρόβλημα στο μαστό στη διάρκεια της ζωής τους, αλλά μόνο περίπου μία στις 10 θα αναπτύξει σε κάποια χρονική στιγμή καρκίνο.
Για την πρόγνωση του καρκίνου αυτού είναι σημαντικότατο να διαγνωσθεί και να αντιμετωπισθεί εγκαίρως.
- H έγκαιρη διάγνωση είναι το σημαντικότερο όπλο που διαθέτουμε κατά του καρκίνου του μαστού σήμερα. Για την επίτευξη αυτού του στόχου συνιστώνται τα εξής:
- Μία μαστογραφία αναφοράς στα 35
- Αυτοεξέταση μία φορά το μήνα
- Μαστογραφία μία φορά το χρόνο μετά τα 40 και υπερηχογράφημα ειδικά σε περίπτωση πυκνού μαστού
- Κλινική εξέταση από ειδικό χειρουργό μία φορά το χρόνο μετά τα 40 (μετά τη μαστογραφία)
Η έγκαιρη διάγνωση μπορεί να οδηγήσει στην διατήρηση του μαστού και στην ίαση στις περισσότερες των περιπτώσεων.
Σε νέες γυναίκες το υπερηχογράφημα είναι η καταλληλότερη εξέταση, επειδή ο μαστός τους είναι πυκνός και η μαστογραφία δεν παρέχει επαρκείς πληροφορίες.
Επίσης, σε γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας με πυκνό μαστό πρέπει να γίνεται υπερηχογράφημα.
Σε μεγάλα κέντρα, όπου υπάρχει εμπειρία, χρησιμοποιείται επίσης η μαγνητική τομογραφία, όπου υπάρχει ένδειξη.
Σε γυναίκες υψηλού κινδύνου πρέπει ο χειρουργός να συστήσει μία εξατομικευμένη διαδικασία που μπορεί να περιλαμβάνει πιο συχνούς ελέγχους ή κάποιο γονιδιακό έλεγχο.
Με τις προαναφερθείσες εξετάσεις είμαστε σε θέση να ανιχνεύσουμε σχεδόν το σύνολο των καρκίνων του μαστού.
Όταν υπάρχει ψηλαφητό εύρημα ή όταν υπάρχει οποιαδήποτε υποψία κακοήθειας πρέπει η βλάβη να “ταυτοποιηθεί”, δηλαδή να γίνει βιοψία.
Σε κάποιες περιπτώσεις όχι και τόσο ύποπτων βλαβών και σε συνάρτηση με την ηλικία της ασθενούς μπορεί να επιλέξει κανείς να παρακολουθήσει την βλάβη.
- Η παρακέντηση με λεπτή βελόνα και αναρρόφηση υλικού προς κυτταρολογική εξέταση (FNA), τείνει να καταργηθεί διότι δεν μας δίνει επαρκείς πληροφορίες.
- Η βιοψία με κόπτουσα βελόνη (core biopsy), είναι η διαγνωστική μέθοδος που επιλέγεται στις περισσότερες περιπτώσεις. Η λήψη γίνεται κατά προτίμηση υπό υπερηχογραφικό έλεγχο, που μπορεί να εντοπίσει και μη ψηλαφητούς όγκους. Η μέθοδος είναι καλά ανεκτή και μας δίνει πολλές πληροφορίες.
- Η βιοψία κενού (Vacuumbiopsy). Χρησιμοποιείται κυρίως σε όγκους μη ορατούς στους υπερήχους, που χρειάζονται στερεοτακτική εντόπιση με μαστογραφία. Η μέθοδος αυτή συνιστάται σε μικροαποτιτανώσεις, σε μη σαφώς κατατάξιμες βλάβες, καθώς και σε κάποιες πολύ μικρές βλάβες. Συνήθως γίνεται στερεοτακτική εντόπιση και αφαίρεση του όγκου υπό μαστογραφικό έλεγχο. Όταν βρεθεί οποιαδήποτε κακοήθεια (διηθητική ή μη) πρέπει να ακολουθήσει χειρουργείο.
- Η ανοικτή βιοψία. Στην ανοικτή βιοψία ο χειρουργός αφαιρεί όλον τον όγκο στο χειρουργείο. Κατά κανόνα χρειάζεται γενική νάρκωση. Ο όγκος αποστέλλεται για ταχεία βιοψία και αναλόγως του αποτελέσματος αποφασίζεται ο τύπος της απαιτούμενης επέμβασης. Εναλλακτικά, ο όγκος αποστέλλεται απευθείας για την τελική βιοψία, και μετά τα αποτελέσματα της τελικής βιοψίας αποφασίζονται, από την ομάδα ειδικών και σε συνεργασία με την ασθενή, οι περαιτέρω θεραπευτικοί χειρισμοί. Η ανοικτή βιοψία έχει καταργηθεί στη σύγχρονη μαστολογία και έχει αντικατασταθεί από τη βιοψία με κόπτουσα βελόνη (πιστόλι), τη λεγόμενη core-biopsy, που γίνεται υπό υπέρηχο με τοπική αναισθησία. Η σύγχρονη χειρουργική μαστού απαιτεί προεγχειρητική βιοψία και ταυτοποίηση (ιστολογική εξέταση) του ογκου τουλάχιστον στο 90% των ασθενών.
Θεραπεία Καρκίνου Μαστού
Ο καρκίνος μαστού είναι τόσο μία τοπική-χειρουργική νόσος όσο και μία συστηματική νόσος, δηλαδή μία νόσος του οργανισμού.
Στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού οι ογκολογικοί στόχοι είναι δύο:
- Η εκρίζωση της νόσου από το μαστό
και - Η εκρίζωση της νόσου από τον οργανισμό
Ο πρώτος στόχος επιτυγχάνεται με το χειρουργείο και την ακτινοβολία.
Μία σωστή χειρουργική επέμβαση στο μαστό έχει κάποιες προϋποθέσεις και κάποιο στόχο.
Η προϋπόθεση είναι να γνωρίζει κανείς ήδη πριν το χειρουργείο τη διάγνωση και την τυχόν πολυκεντρικότητα του καρκίνου (αν δηλαδή βρίσκεται σε περισσότερα σημεία στο μαστό σε διαφορετικά τεταρτημόρια) και να έχει προγραμματίσει καλά την επέμβαση από την άποψη όχι μόνο του ογκολογικού αλλά και του αισθητικού αποτελέσματος (ογκοπλαστικές επεμβάσεις).
Σε περίπτωση που χρειάζεται μαστεκτομή πρέπει η γυναίκα να είναι από πριν πλήρως ενημερωμένη γα τα είδη της αποκατάστασης και αυτή να έχει προγραμματιστεί άμεσα ή απώτερα.
Ο στόχος της χειρουργικής επέμβασης είναι η εκτομή του καρκίνου με ασφαλή καθαρά όρια, η σταδιοποίηση της νόσου όσον αφορά την επέκτασή της στο μαστό και τη μασχάλη και η ταυτόχρονη επίτευξη καλού αισθητικού αποτελέσματος.
Η ακτινοβολία ακολουθεί αργότερα και έχει ως στόχο να εμποδίσει την επανεμφάνιση του όγκου στο ίδιο σημείο.
Ο μαστός, εφόσον διατηρηθεί, πρέπει να ακολουθήσει ακτινοβολία για να μην υπάρξουν τοπικές υποτροπές.
Επίσης σε κάποιες περιπτώσεις πρέπει να ακτινοβοληθούν λεμφαδένες που βρίσκονται στη μασχαλιαία ή υπερκλείδια χώρα ή λεμφαδένες που βρίσκονται παραστερνικά.
Ο δεύτερος στόχος στην αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού, που είναι η εκρίζωση της νόσου από τον οργανισμό επιτυγχάνεται με τη συστηματική θεραπεία, δηλαδή με τα φάρμακα.
Στην περίπτωση του καρκίνου του μαστού η φαρμακευτική αντιμετώπιση πραγματοποιείται με την χημειοθεραπεία, την ορμονοθεραπεία και τις στοχευμένες θεραπείες κατά κύριο λόγο.
Το αν είναι απαραίτητη η χημειοθεραπεία σχετίζεται με το είδος και την έκταση του όγκου.
Σε περίπτωση που είναι αναγκαία η χημειοθεραπεία αυτή ξεκινάει περίπου 3 εβδομάδες μετά το χειρουργείο και διαρκεί μερικούς μήνες, ανάλογα με το σχήμα που θα δοθεί.
Η ορμονοθεραπεία δεν δίνεται παράλληλα με τη χημειοθεραπεία.
Η ακτινοβολία ακολουθεί περίπου 3 εβδομάδες μετά τη χημειοθεραπεία και κρατάει ενάμιση μήνα, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να διαρκέσει λιγότερο.
Σε περίπτωση που δεν χρειάζεται χημειοθεραπεία μπορεί μετά το χειρουργείο να ξεκινίσει η ακτινοβολία και η ορμονοθεραπεία.
Η ορμονοθεραπεία διαρκεί τουλάχιστον 5 χρόνια.
Σε κάθε περίπτωση η θεραπευτική προσπάθεια πρέπει να παρακολουθείται από Παθολόγο Ογκολόγο
Φρουρός λεμφαδένας στον καρκίνο μαστού
Τι είναι ο φρουρός λεμφαδένας;
Είναι ο πρώτος λεμφαδένας στον οποίο πάνε τα καρκινικά κύτταρα εάν φύγουν από τον όγκο και ξεκνήσουν να διασπείρονται. Με τη μέθοδο του φρουρού λεμφαδένα προσπαθούμε να δούμε αν ο καρκίνος του μαστού έχει προχωρήσει προς τους λεμφαδένες τις μασχάλης, όπως συνηθίζει από κάποιο χρονικό σημείο και μετά. Είναι σκόπιμο να το γνωρίζουμε αυτό, διότι αν ο καρκίνος έχει προχωρήσει πρέπει να βγάλουμε κάποιους μασχαλιαίους λεμφαδένες (τουλάχιστον 10) και να τους στείλουμε για εξέταση. Αν ο καρκίνος δεν έχει προχωρήσει οι λεμφαδένες αυτοί δε χρειάζεται να βγούν. Η ασθενής γλιτώνει μιαν άσκοπη επέμβαση και κάποιες πιθανές επιπλοκές από το λεμφαδενικό καθαρισμό της μασχάλης (μούδιασμα στην περιοχή, λεμφοίδημα και διαταραχή στην κινητικότητα του άνω άκρου).
Πως ανιχνεύεται ο λεμφαδένας φρουρός;
Πριν από το χειρουργείο γίνεται ένεση ραδιοφαρμάκου (η ποσότητα ραδιενέργειας είναι αμελητέα και δε χρειάζεται καμμία προφύλαξη) με πολύ λεπτή βελόνα ινσουλίνης στην περιοχή του μαστού. Το ραδιοφάρμακο αυτό προχωρά και προσλαμβάνεται από τους πρώτους 2-3 λεμφαδένες του πρώτου επιπέδου των λεμφαδένων της μασχάλης. Κατά την επέμβαση γίνεται ανίχνευση αυτών των λεμφαδένων (κατά κανόνα 1-3 λεμφαδένες φρουροί) με ειδικό μετρητή Geiger, o οποίος ανιχνεύει ραδιενεργό ακτινοβολία. Εκτέμνονται αυτοί οι λεμφαδένες μόνο (1-3) και αποστέλλονται για βιοψία. Εάν δεν υπάρχει διήθηση από τον καρκίνο τότε δεν αφαιρούνται άλλοι λεμφαδένες. Εάν υπάρχει διασπορά του καρκίνου αφαιρούνται συνολικά 10 λεμφαδένες και σε σπάνιες περιπτώσεις περισσότεροι (λεμφαδενικός καθαρισμός μασχάλης, επίπεδα Ι και ΙΙ ή Ι, ΙΙ και ΙΙΙ). Εδώ πρέπει να πούμε ότι το 70% των γυναικών δεν έχει λόγο να κάνει λεμφαδενικό καθαρισμό μασχάλης διότι ο καρκίνος δεν έχει πάει στους λεμφαδένες και ο φρουρός είναι αρνητικός.